ΕΡΤ, 2ο ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ


"Λάθε βιώσας, εἰ δή μή δύναιο, λάθε ἀποβιώσας".- Απολλώνιος ο Τυανεύς

ΤΑΙΝΙΕΣ ΒΛΕΠΕΤΕ ΕΔΩ www.youtube.com/user/TileorasisDagkilaswww.dailymotion.com/user/ArgyriosDagkilas

ΧΑΟΣ ΔΙΕΘΝΕΣ: Διεθνής Εφημερίδα Ελληνικών Εθνικών - Πατριωτικών Συμφερόντων - ΕΔΡΑ: Όαση Σεμπίκα - Βόρεια Σαχάρα, Νότια Τυνησία – ΤΥΝΗΣΙΑ

Επίσημη Ταυτότητα: Διαδικτυακή Διεθνής Εφημερίδα, Ελληνικών Πατριωτικών Συμφερόντων. (Ανεπίσημη: Εφημερίδα για όλα τα Σκυλιά, τα Αδέσποτα και τα Ορφανά, της Μέρας και της Νύχτας)

Η Εφημερίδα του Πολιτισμού - Της Ιστορικής - Της Καλλιτεχνικής - Της Επίκαιρης - Και της Ποικίλης, Ύλης.

"Θεός μας η Ελλάς, και Θρησκεία μας ο Ελληνικός Πολιτισμός - Ελλάς, Εσαεί". - "Χάος ήσουν και Χάος θα γίνεις" (Αργ. Δαγκ.)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ [ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΟΜΑΣΟΝΩΝ]

"Έστιν ουν Τραγωδία / Μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας / Μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω / Χωρίς εκάστου των ειδών εν τοις μορίοις / Δρώντων και ου δι απαγγελίας / Δι ελέου και φόβου περαίνουσα /Την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν" - Αριστοτέλους "Ποιητική"

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΕΚΛΟΚΕΝΤΑΥΡΟΥ

Φαντάσου έναν καρεκλοκένταυρο με αποκολλημένα τα πισινά του, να έρπει προς το νέο του αξίωμα. Μοιάζει με αλλόκοτο μαλάκιο, αηδιαστικά απροστάτευτο και εμετικά θλιβερό. Την ώρα που πανικόσυρτο, σπεύδει να οχυρωθεί στο νέο του κέλυφος. Ίσως, γι' αυτό και κανένας από τους γυμνόποδες αδελφούς μου, δεν το πατάει. Τόσο πολύ το σιχαίνονται.- Κώστας Ι. Γιαλίνης

ΟΙ ΚΑΤΑΡΕΣ ΤΟΥ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ" ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΙΕΡΑΤΕΙΟΥ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΓΗΓΕΝΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ!

ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ:
«Τοις ευσεβείς μεν επαγγελλομένοις τα των Ελλήνων δε δυσσεβή δόγματα τη ορθοδόξω και καθολική εκκλησία περί τε ψυχών ανθρωπίνων, και ουρανού και γης, και των άλλων κτισμάτων αναιδώς ή μάλλον ασεβώς επεισάγουσιν ανάθεμα (γ')».

Μετάφραση:
Σε όσους παριστάνουν τους ευσεβείς, ενώ, την ίδια στιγμή, εισάγουν με θράσος ή πολύ περισσότερο με ασέβεια στην Ορθόδοξη και Καθολική Εκκλησία τις ασεβείς δοξασίες των ΕΛΛΗΝΩΝ και για τις ανθρώπινες ψυχές και για τον ουρανό και τη γη και για τα άλλα κτίσματα, ΑΝΑΘΕΜΑ! ΑΝΑΘΕΜΑ! ΑΝΑΘΕΜΑ!..
Τρεις φορές Ανάθεμα δηλαδή στους:
Ορφέα, Θαλή, Αναξίμανδρο, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Ξενοφάνη, Παρμενίδη, Ζήνωνα, Εμπεδοκλή, Ηράκλειτο, Αναξαγόρα, Δημόκριτο, Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτελη, κ.α. ΟΛΟΙ οι Αναθεματισμοί: ΕΔΩ

"Οι καλύτερες τουρκικές εφημερίδες (και πληθώρα ιστοσελίδων), είναι οι Ελληνικές!.." Αργ. Δαγκ.

ΠΡΟΣΟΧΗ!.. ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΜΑΣ ΣΤΕΛΝΟΥΝ ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ ΠΡΟΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ...

Οι ιστοσελίδες μας ΔΕΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΝ Δ.Τ. γραμμένα δίγλωσσα, ήτοι: Ελληνικά ανακατεμένα με Αγγλικούρες, Γερμανικούρες, Γαλλικούρες, υποψιαζόμαστε σε λίγο θα μας στέλνουν και Κινεζικούρες! Συντάσσετε τα Δ.Τ. σας σε αμιγή Ελληνική γλώσσα, δεκτά γίνονται μόνον τα ακρωνύμια σε Λατινικό αλφάβητο, ή φράσεις γνήσιες, ατόφιες της Λατινικής γραφής και γλώσσης. Ακόμα, πετάτε απο τα δελτία σας τις "γκρίζες διαφημίσεις", ούτε αυτές δημοσιεύονται. Όποια δελτία δεν πληρούν αυτούς τους κανόνες, πετιούνται στα σκουπίδια.

ΟΙ ΠΛΕΊΣΤΟΙ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΏΝ ΤΗΣ ΕΛΛΆΔΟΣ ΑΠΌ “’74” ΚΑΙ ΜΕΤΆ ΕΊΝΑΙ ΛΙΠΟΤΆΚΤΕΣ, ΑΝΥΠΌΤΑΚΤΟΙ ΚΑΙ ΡΙΨΆΣΠΙΔΕΣ!

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2008

Χάος αριθμός 289 - "ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΗΠΕΙΡΩΤΙΣΣΕΣ, ΞΑΦΝΙΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ..."

Πανελλήνια αποκλειστικότητα

ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΤΣΑ ΓΙΟΡΤΑΣΕ ΤΟ “Χ” ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ “ΟΧΙ” ΤΟΥ “ΕΠΟΥΣ ΤΟΥ ’40”...

Έχομαι την εντύπωση κι ας βγούμε ψεύτες, ότι ο Γιώργος Κατσαρός και οι συνεργάτες του όταν έγραφαν αυτό το αριστουργηματικό μουσικό έργο την «Αλβανία», δεν είχαν αίσθηση του μεγέθους του τότε, που το έκαναν, καθώς αυτό με τα χρόνια γιγαντώνεται και εξελίσσεται πραγματικά, σε μια πανελλήνια και ιστορική-μουσική Συμφωνία. Κάτι σαν την «ηρωική» του Μπετόβεν.
Το θεωρούσαμε χρέος μας από μικροί που μεγαλώσαμε μ’ αυτές τις ιστορίες και μ’ αυτά τα τραγούδια της εποποιίας του «40», μια μέρα να επισκεφθούμε αυτούς τους χώρους, τους χώρους της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας, στους οποίους ο Ελληνικός στρατός χάρισε τις τελευταίες ένδοξες ιστορικές σελίδες στο Έθνος, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων όσο κανείς άλλος, και τα έβαλε με υπέρ-δυνάμεις από τις οποίες βγήκε και πάλι νικητής.
Στις 25 Οκτωβρίου ένα λεωφορείο με εκπαιδευτικούς, δάσκαλους και όχι μόνο, ξεκίνησε στις 9:00 η ώρα το πρωί από την Εγνατία οδό, το άγαλμα του Βενιζέλου, για την Κορυτσά. Μέσα σ’ αυτό κι εμείς. Σκοπός του ταξιδιού η απόθεση ενός στεφανιού, ως ελαχίστου φόρου τιμής, σ’ ένα ύψωμα της Μπομποστίτσας, Ελληνικό βλαχοχώρι 5-6 χιλιόμετρα έξω από την Κορυτσά. Στο οποίο είναι θαμμένοι, κοιμούνται τον αιώνιο ύπνο δυο Έλληνες στρατιώτες του «40». Ενώ ένας τρίτος, «κοιμάται» λίγο παρακάτω, στο καινούργιο νεκροταφείο του χωριού. Το ύψωμα αυτό είναι το παλιό νεκροταφείο, και τα ονόματα των τριών στρατιωτών είναι σε όλους άγνωστα. Αλλά και η συμμετοχή μας, στις γιορταστικές εκδηλώσεις του Ελληνικού σχολείου «Όμηρος», Δημοτικού Γυμνασίου και Λυκείου, το οποίο συγκεντρώνει και όλα τα παιδιά της περιοχής, πέρα από αυτά της πόλεως της Κορυτσάς.
Το σχολείο ανήγειρε η Ελληνική Πολιτεία σε ιδιόκτητο οικόπεδο, ανήκει στο Υπουργείο Παιδείας, είναι ισότιμο των ελληνικών σχολείων εδώ, και γρήγορα επεκτάθηκε και σε δεύτερο κτίριο, το οποίο είναι υπό κατασκευήν, αφού για τις ανάγκες λειτουργίας του το πρώτο κτίριο δεν αρκεί, είναι μικρό, πλέον. Η Κορυτσά, η τρίτη κατά σειρά πόλη της Αλβανίας σε πληθυσμό μετά τα Τίρανα και τη Σκόδρα, συγκεντρώνει την πλειοψηφία των κατοίκων της Ελλήνων, και ο Έλληνας επισκέπτης εκεί, δεν νοιώθει ότι βρίσκεται εκτός Ελλάδος, αφού η Ελληνική γλώσσα είναι το κυρίαρχο στοιχείο, όχι μόνον στους Έλληνες Βλάχους που την μιλούν ελεύθερα, αλλά και στους Αλβανούς, οι οποίοι ζώντας ή δουλεύοντας στην Ελλάδα, έχουν μάθει τα ελληνικά τα οποία χρησιμοποιούν και στις δουλειές τους εδώ, που έχουν ανοίξει οι Έλληνες επιχειρηματίες, ή οι ντόπιοι (Έλληνες). Η Κορυτσά αναπτύσσεται ταχέως, ξαναβρίσκει τον δεσποτικό της ρόλο στην περιοχή, τόσο με τον πολιτισμό της, όσο και με τα Γράμματα στο Πανεπιστήμιό της, που λειτουργεί αρκετές σχολές. Προσωπικά, μας κατέπληξε σε πάρα πολλά σημεία, πρόκειται για μια πανέμορφη πόλη με άρτια πολεοδομία και αρχιτεκτονική, κάθετους δρόμους, μεγάλες λεωφόρους, πλατείες και πολύ πράσινο, η οποία αν δεν ήταν σε μια εξαθλιωμένη, πέρα για πέρα χώρα όπως η Αλβανία, θα είχε την εντύπωση ο επισκέπτης της ότι βρίσκεται σε μια καθαρά ευρωπαϊκή επαρχιακή κωμόπολη. Οι Κορυτσαίοι (λέγε με Έλληνες Βλάχοι), λατρεύουν την πόλη τους και προσπαθούν παρά τις αντιξοότητες και τον, μέχρι πρότινος, διωγμό τους και από τον Μπερίσα, εκτός του Χότζα, να την αναδείξουν σε πραγματικά μητροπολιτικό κέντρο, στη βορειοανατολική Αλβανία. Μέχρι στιγμής έχουν κατορθώσει να μηδενίσουν την εγκληματικότητα, με μια πολύ καλή αστυνόμευση, πράγμα που δεν βλέπουμε ούτε εμείς στην Ελλάδα –και εδώ ξανά τίθεται το θέμα επί τάπητος, για την χαζοχαρούμενη Ελληνική κυβέρνηση και την Ελληνική Αστυνομία, «τάξη χωρίς πεζή αστυνόμευση, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει». Στην Κορυτσά βλέπεις παντού αστυνομικούς, οι οποίοι είναι έτοιμοι να σε συνδράμουν, αυτό το διαπιστώσαμε τη νύχτα που κυκλοφορήσαμε έξω, αλλά και στο ξενοδοχείο μας μπροστά, επειδή υπήρχαν και άλλα τρία ελληνικά λεωφορεία, η αστυνομική παρουσία ήταν μέχρι το πρωί, πασιφανεστάτη. Αν δεν υπήρχαν κι εκείνα τα ενοχλητικά γυφτάκια, με τα απλωμένα χέρια συνεχώς, θα είχαμε ξεχάσει ολότελα, ότι βρισκόμασταν στην Αλβανία. Την άλλη μέρα της Κυριακής, του αγίου Δημητρίου, όλοι οδηγηθήκαμε προς το χωριό Μπομποστίτσα όπου και θα ψάλλονταν η επιμνημόσυνη δέηση στο ύψωμα που σας αναφέραμε πιο πάνω.
Το χωριό Μπομποστίτσα ένα συμπαθέστατο βλαχοχώ-
ρι με όλα τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά των βλαχοχω
ριών της Ηπείρου, αυτή την εποχή συντηρείται από τις πολλές ταβέρνες που έχει, και στις οποίες βγαίνουν για διασκέδαση και, σχεδόν όλοι οι Κορυτσαίοι. 
Και στα χείλη ολονών πλανάται η φράση «τώρα οι Έλληνες θα έρθουν και θα τα κάνουν όλα».
Αυτό για τη στασιμότητα στην ανάπτυξη της περιοχής, ή μόνη ελπίδα τους είναι οι Έλληνες επιχειρηματίες που θα μπουν ελεύθερα, και θα τους δώσουν αυτό που οι ίδιοι δεν μπορούν να κάνουν. Ανάπτυξη, δουλειά και οικονομία.
Το μικρό ύψωμα στο οποίο ανηγέρθη ο μεγάλος σταυρός έργο της Ερμιόνης Ανδρέου, μιας ιστορικής γυναικείας φυσιογνωμίας που τείνει να εξελιχθεί στην Κορυτσά, αφού είναι από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο ιδρυτικό στέλεχος της «Ομόνοιας», επίτιμος Πρόεδρός της σήμερα, και επίτιμος Πρόεδρος του κόμματος «Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Η ίδια δεν έχει εκλεγεί ποτέ βουλευτής ή Δήμαρχος ή Νομάρχης, έκανε τα πάντα όμως, το λέει με καμάρι και της αξίζει, για να βγουν άλλοι σ' αυτές τις θέσεις. Τα «παιδιά» της.
Η τελευταία της περιπέτεια και με τα καθεστώτα μετά εποχής Χότζα, ήταν πριν λίγα χρόνια όταν συνελήφθη και οδηγήθηκε σιδηροδέσμια στα Τίρανα, κρατήθηκε για 8 μέρες στη φυλακή, με ελάχιστο φαγητό και νερό, φρουρούμενοι σε 24ωρη βάση από 8 επίσης, δεσμοφύλακες, οι οποίοι το μόνο κακό που δεν της έκαναν, ήταν ότι δεν την έδειραν. Αφέθηκε ελεύθερη, όταν κατάλαβαν οι δέσμιοί της και οι διώκτες της ότι θα πέθαινε. Σήμερα η κ. Ερμιόνη είναι συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος των 100 ευρώ το μήνα (καθηγήτρια αλβανικής φιλολογίας με μεγάλη καριέρα στην Αλβανία), δίνει το παρόν της παντού, σε κάθε εθνική εκδήλωση, καλωσορίζει όλους τους Έλληνες που επισκέπτονται την Κορυτσά, νοιώθει υπερήφανη που είναι Ελληνίδα, απολαμβάνει ήρεμους και καθημερινούς περιπάτους με το σύζυγό της, και δεν θέλει να έρθει στην Ελλάδα μόνιμα, θέλει να πεθάνει στην Κορυτσά, φυλάγοντας Θερμοπύλες. Αλλά και γιατί αν θα έρθει σ’ αυτή την ηλικία στη μητροπολιτική Ελλάδα, κάποιος, κάποια στιγμή, κάπου, θα θυμηθεί να την αποκαλέσει στο τέλος, «Αλβανίδα», και αυτό θα την πίκραινε πάρα πολύ! Στην Αλβανία μένοντας, θα είναι πάντοτε Ελληνίδα!
Στην επιμνημόσυνη δέηση την Ελληνική Πολιτεία εκπροσώπησε ο Γενικός Πρόξενος Κορυτσάς κ. Κωνσταντίνος Μαούτσος με τη σύζυγό του, ενώ τα στεφάνια που κατατέθηκαν στο μνημειακό χώρο σταυρού ξεπέρασαν ή πλησίασαν τα δεκαπέντε. Μέσα σ’ αυτά και το δικό μας, το κατέθεσε ο κ. Γεώργιος Δέλκος, συνταξιούχος δάσκαλος και πρώην Σχολικός σύμβουλος Ελασώνας. Το ύψωμα που βρίσκεται ο σταυρός είναι το παλιό νεκροταφείο της Μπομποστίτσας όπως είπαμε και παραπάνω, από το 1874, στο οποίο τους τάφους ανέσκαψε ο Εμβέρ Χότζα και τα οστά των νεκρών Ελλήνων που αποκαλύφθηκαν, τα πέταξε στα ρέματα και τους λάκκους. Ότι φαίνεται σήμερα είναι ότι απέμεινε από την καταστροφή εκείνη. Μετά την αποκαθήλωση του σιχαμερού κομμουνιστή ηγετίσκου, το νεκροταφείο του χωριού «άνοιξε» επίσημα λίγο παρακάτω. Οι κάτοικοι ακόμα ζουν τον τρόμο της κομμουνιστικής αγριότητος, και οι ηλικιωμένοι κλεισμένοι στον εαυτό τους αρνούνται να μιλήσουν. Τόσο για τα παλιά, όσο και για τα καινούργια.
Από το μνημείο όλοι κατευθυνθήκαμε στο Σχολείο «Όμηρος», όπου τα παιδιά έδωσαν μια καταπληκτική παράσταση για το χρονικό του ‘Επους του «40», συγχρόνως και στις δύο γλώσσες, αλβανικά και ελληνικά, καταχειροκροτήθηκαν τόσο για την ευρηματικότητα των σκηνών, όσο και για την άψογη θεατρική τους απόδοση. Οι δάσκαλοι έκαναν πάρα πολύ καλή δουλειά, και τον πανηγυρικό της ημέρας, και εδώ, εξεφώνησε ο ίδιος ο Πρόξενος μας στην Κορυτσά κ. Κων/νος Μαούτσος.
Με την κ. Ερμιόνη Ανδρέου στο λεωφορείο μας συνοδό και ξεναγό, είχαμε τις τελευταίες απογευματινές μας ώρες στους δρόμους της Κορυτσάς καθώς και ένα ωραίο γεύμα, σε μια γραφική ταβέρνα όπου μας περίμεναν, τι άλλο; Κλαρίνα ηπειρώτικα και μπουζούκια. Τα οποία μας συνόδεψαν ακόμα και στην έξοδο, καθώς μπαίναμε στο λεωφορείο και παίρναμε το δρόμο της επιστροφής.
Την απαράδεκτη, και από Ελληνικής πλευράς καθυστέρηση των συνόρων -ούτε Αλβανοί λαθρομετανάστες να ήμασταν δεν θα μας μεταχειριζόντουσαν έτσι οι Έλληνες φρουροί και τελωνειακοί- ευτυχώς, δεν την γνωρίσαμε στην επιστροφή, και η εκδρομή μας στα Άγια χώματα της Κορυτσάς του Εβάν και του Μοράβα, όπου για άλλους 8, και για άλλους περισσότεροι από 12.000 χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες, έχουν χύσει το αίμα τους και έχουν αφήσει τα κόκαλά τους άταφα -ακόμα και σήμερα μετά από 60 χρόνια, όποιος σκάψει λίγα εκατοστά το έδαφος πάνω στα βουνά, πέφτει επάνω τους, η δε κορυφογραμμή του Μοράβα αποκαλείται και «Ελληνικά μνήματα»- το τέλος της εκδρομής μας στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε, έγινε χωρίς κανένα απολύτως, απρόοπτο.
Το καλύτερο που ακούσαμε μετά και την εμπειρία μας αυτή, ήταν σε κάποιο δελτίο ειδήσεων της 27ης Οκτωβρίου στην ΕΡΤ, εκ στόματος του Αντιπροέδρου της Βουλής κ. Γεωργίου Σούρλα, ότι η Ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία με την Αλβανική, προχωρεί στη δημιουργία -επί τέλους- Ελληνικών στρατιωτικών νεκροταφείων μέσα στην Αλβανία, και σε συγκεκριμένες θέσεις όπου έπεσαν άνθρωποι και άνθρωποι, στους οποίους σταυρούς και κενοτάφια, θα γραφτούν τα ονόματα όλων των στρατιωτών που έχασαν τη ζωή τους αγωνιζόμενοι για τα πάτρια και τα ιερά, όπως υπάρχουν και διατηρούνται στους στρατιωτικούς καταλόγους όλων των Στρατιωτικών μας Σωμάτων.
Τέλος, να πούμε και δυο λόγια για το καταπληκτικό ξενοδοχείο το «Γκραντ Οτέλ» που μείναμε στην Κορυτσά, αξίζει τον κόπο, είναι ένα 7όφορο ανακαινισμένο κτίριο 85 δωματίων με σουίτες, ιδιοκτησίας Ελληνοβλάχων της Κορυτσάς, κατηγορίας 3 αστέρων, αλλά με παροχές 5 αστέρων. Στα πλαίσια της Αλβανίας πάντα, με καλό πρωινό, και βραδινό φαγητό με ζωντανή μουσική, κόστος μενού 7 - 10 ευρώ το πολύ, το άτομο. Θα άξιζε τον κόπο να το επισκεφθούν και να πάρουν μία γεύση, να συνετιστούν αν δεν είναι ακόμα αργά, οι δικοί μας ξενοδόχοι οι οποίοι βάζουν τα άστρα στα ξενοδοχεία τους, όπως δεν τα έβαζε στους ώμους του, ούτε εκείνος ο γραφικός δικτάτορας, ο Αμίν Νταντά της Ουγκάντας στην Αφρική. Το ξενοδοχείο αυτό, μιλάει όλο απταίστως, την Ελληνική. [Σ.Σ.<Χ>: Το άρθρο αφιερώνεται στους δύο εν ζωή βετεράνους πολεμιστές του «40» από τους 51 που συμμετείχαν από τα Σανά, Δημήτριο Ευαγ. Κρημιανιώτη και Γεώργιο Β. Δαγγίλα, καθώς και στους δύο που έφυγαν πρόσφατα, Περικλή Σμυρλή και Μόσχο Αθ. Μόσχου. Τα κείμενα στη συνέχεια είναι από τη μνημειώδη συνέντευξη του Περικλή Σμυρλή που μας παραχώρησε στο υπ’ αριθμ. 10 τεύχος μας της 30ης Οκτωβρίου 2001, και το βιβλίο του Αχιλλέως Δασκαλούδη εφέδρου υπολοχαγού της Αλβανίας από τα Δουμπιά, «Η Υποχώρησις»].

*****

Συνεν/ξη Περικλή Σμυρλή: -Στον πόλεμο που πας… Μετά από έξι μήνες. Φεύγεις από δω; Από τη Θεσσαλονίκη; Και πηγαίνεις που; -Στην Κορυτσά... Του Αχιλλέως Δασκαλούδη, «Η Υποχώρησις»: [...Στη διακλάδωση του δρόμου ύστερα από την Τξεβάρα, που δεξιά οδηγεί στην Κορυτσά...] Συνεν/ξη Περικλή Σμυρλή: -Κατ' ευθείαν στην Κορυτσά; Με τι; Με τρένο; -Όχι με το τρένο. Με το τρένο πήγαμε μέχρι τη Φλώρινα! -Μέχρι τη Φλώρινα είχε τρένο; -Ναι, είχε. Από εκεί, με τα πόδια πήγαμε μέχρι την Κορυτσά! -Σε πόσες μέρες; -Κάναμε δυο βράδια… -Ήσασταν όλοι έφεδροι; "Παππούδες"; Ή είχατε κι άλλους, κληρωτούς μαζί σας; -Όχι. Ήμασταν έφεδροι. Παντρεμένοι!.. "Παππούδες". Όλοι! Μεγάλες ηλικίες. -Στην Κορυτσά, που πήγατε... -Ορίστε; -Στην Κορυτσά, λέω… Που πήγατε... Τι κάνατε εκεί; Στρατοπεδεύσατε, που; Μέσα στην Κορυτσά; -Στην Κορυτσά πήγαμε στην άκρη. Στο Εβάν. Εκεί καταυλιστήκαμε κατ' αρχάς, και από κει δεν κουνηθήκαμε... -Στο Εβάν. Κι απ' το Εβάν δεν κουνηθήκατε... -Ναι, στο Εβάν… Στο βουνό... Του Αχιλλέως Δασκαλούδη, «Η Υποχώρησις»: [...Το μέρος ετούτο, είναι μια στενωπός 200 περίπου μέτρα φάρδος ανάμεσα στη λίμνη Μαλίκη και την Οροσειρά του Ιβάν, κοντά στο χωριουδάκι Σβένστα...] Συνεν/ξη Περικλή Σμυρλή: ...Εκεί είχε δύο οχυρά. Δυο βουνά στέκουν έτσι. Ένα από δω, και ένα από κει. (Δείχνει με τα χέρια του, τις παλάμες του μισάνοιχτες). Ένα από το Βορά και ένα από το Νότο. Από το Βορά ήταν το Εβάν, και από το Νότο ο Μοράβας. Ο Μοράβας ήταν οχυρωμένος... -Ποιος τον οχύρωσε το Μοράβα; Οι Ιταλοί; -Όχι οι Ιταλοί. Δεν πιστεύω να τα έφτιαξαν εκείνα τα οχυρά οι Ιταλοί... Αυτά τα οχυρά τα έφτιαξαν, μάλλον, οι Αλβανοί! Που τους επιστράτευσαν πριν, οι Ιταλοί, σαν σύμμαχοι που ήταν. Οι Ιταλοί μόλις μπήκαν, επιστράτευσαν και τους Αλβανούς... -Οι Αλβανοί πολεμούσαν στο πλευρό των Ιταλών; -Βέβαια... Μαζί με τους Ιταλούς. Οι Ιταλοί μόλις μπήκαν, τους επιστράτευσαν όλους! Και τα οχυρά αυτά, ήταν στην άκρη των συνόρων των δικών μας... -Πόσο καιρό κάθισες εκεί; -Εκεί κάθισα οκτώ μέρες. -Στο χρονικό διάστημα αυτό, δώσατε καμιά μάχη; Έγινε κανένα επεισόδιο πολεμικό; Καμιά επιχείρηση; -Όχι, αλλά μας βομβάρδιζαν... -Σας βομβάρδιζαν, ποιοι; -Οι Ιταλοί. -Με τι σας βομβάρδιζαν οι Ιταλοί; -Με τ' αεροπλάνα. -Μπροστά από σας, μέσα στην Αλβανία... Υπήρχε Ελληνικός Στρατός; -Ναι, βέβαια! Πολύς! Όλος ο Στρατός ο δικός μας είχε πάει μέχρι το Μπόγραδετς! Τα "Τρία αυγά". Τρία αυγά με Μπόγραδετς… Μέχρις εκεί πρόλαβαν και πήγαν!.. -Πόσα χιλιόμετρα ήταν το Μπόγραδετς από σας; -Δεν ξέρω. Αλλά ήταν πολλά. Πολλά χιλιόμετρα!

***

Συνεν/ξη Περικλή Σμυρλή: (Σιωπή)... Έεεε!.. Τα θυμούμαι όλα!.. Όλα, όλα (...)!.. Σα να γίνονται τώρα! Κι ας πέρασαν τόσα χρόνια!.. Εκεί στην Αλβανία… Στο Μοράβα… Στο Εβάν που ήμασταν, είχ' ένα ύψωμα, το είχαν πολύ καλά οχυρωμένο! Ήταν όλοι μέσα στα αμπριά. Δεν έβλεπες κανέναν! Δε μπορούσαμε να το "σπάσουμε" με τίποτα! Μας "έβαζαν" (πολυβολούσαν), από εκεί οι Ιταλοί, και μας καθήλωναν. Δεν μπορούσαμε να κουνηθούμε! Ήταν επικίνδυνο γιατί, με την υποστήριξη αυτών, οι άλλοι Ιταλοί, μπορούσαν να μας περικυκλώσουν!.. Τι να κάνουμε, τι να κάνουμε!.. Μια μέρα ένας Ταγματάρχης... Μαντούβαλος λέγονταν στο επίθετο, λέει: "Εγώ θα πάω να τους βγάλω!.. Θα πάω να τους βγάλω εγώ, τους Ιταλούς"… Παίρνει το Τάγμα του και πηγαίνει. Πιάνονται στα γερά... Τους έβγαλαν! Αλλά δεν έμεινε ούτε ένας! Ούτε ο Ταγματάρχης, ούτε κανένας!.. Σκοτώθηκαν όλοι!.. Αλλά τους έβγαλαν! Τους έβγαλαν με τη ξιφολόγχη!.. Του Αχιλλέως Δασκαλούδη, «Η Υποχώρησις»: [..Μονάχα ο Γεωργιάδης, ο 2ος προμηθευτής του 3ου στοιχείου, ακουμπισμένος στον τροχό του βλητοφόρου σκοπεύει με την αραβίδα του. Και για μια στιγμή "μπαμ" ακούγεται κοντά μας. Τρέχω και του παίρνω το όπλο. -Τι κάνεις εκεί Γεωργιάδη; -Μα στα όπλα δεν είπατε κύριε Ανθυπολοχαγέ; -Στα όπλα βέβαια... Αλλά το δικό σου όπλο είναι το κανόνι. Δεν σου αρκεί αυτό; Με σκυφτό το κεφάλι ο φιλότιμος στρατιώτης γυρίζει στη θέση του μουρμουρίζοντας. -Έξι μήνες στο μέτωπο, ο πόλεμος κοντεύει να τελειώσει και γω μια τουφεκιά πήγα να ρίξω και γι' αυτή έφαγα κατσάδα.... ... Δικαιολογημένο παράπονο όλων των πυροβολητών, που αν και συντελεσταί της νίκης, τουλάχιστο κατά το μισό, δεν απολαμβάνουν το έργο τους όπως ο πεζός που χορταίνει το μάτι του με τον θρίαμβο..." ...Καμιά δεκαπενταριά στρατιωτών σε παράταξη με τα χέρια ψηλά.... Η συζήτηση αρχίζει δίκην κουτσομπολιού...Τι τρέχει; Τι είναι; Τι συμβαίνει; Ο έβδομος λόχος μας στέλνει για πρωϊνό πεσκέσι, τους πρώτους Ιταλούς που εμφανίστηκαν...] Συνεν/ξη Περικλή Σμυρλή: -Σκοτώθηκαν, ε; -Βρε, σκοτώθηκαν όλοι!.. Δεν έμεινε ούτε ένας! -Αλλά τους έβγαλαν!.. -Ναι, τους έβγαλαν!.. Με τη ξιφολόγχη!..

 

Ο ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΠΕΖΙΚΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΖΗΣ 1857 – 1913
Ο Ιωάννης Παπακυριαζής, από την Υπάτη Νομού Φθιώτιδας, ανήκει στη γενιά των αξιωματικών εκείνων, που κατά τη διάρκεια των Πολέμων 1912 – 13 διπλασίασαν και λάμπρυναν την Ελλάδα. Υπολοχαγός στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο το 1897, διακρίνεται ως Διοικητής λόχου στη μάχη του Δομοκού. Το 1911 ως διοικητής του 3ου Συντάγματος Πεζικού διακρίνεται στα μεγάλα συμμαχικά γυμνάσια και αποσπά τα συγχαρητήρια του στρατηγού Εντόυ, Αρχηγού της Γαλλικής Αποστολής. Στους Βαλκανικούς Πολέμους ως διοικητής του 4ου Συντάγματος Πεζικού, λαμβάνει μέρος στις μάχες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, του Σαρανταπόρου και9 των Γιαννιτσών και εισέρχεται πρώτος με το Σύνταγμά του στη Θεσσαλονίκη. Στη μάχη του Μπιζανίου για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων από τους Τούρκους, είναι συμπολεμιστής του άλλου μεγάλου ήρωα των Βαλκανικών Πολέμων και σύγγαβρό του, Ταγματάρχη Ιωάννη Βελισσαρίου. Στη μεγάλη μάχη στα υψώματα του Λαχανά, που έκρινε την τύχη της Μακεδονίας την 21η Ιουνίου 1913, μετά από την αναγνώριση και εκτίμηση της τακτικής κατάστασης, εισηγείται» «Συντονισμένη επίθεση των δύο Μεραρχιών Ιης και ΙVης θέλει φέρει πτώση της θέσεως του εχθρού εντός ώρας». Η εισήγησή του, που υιοθετήθηκε από τους δύο Μεράρχους, κρίνει την έκβαση της μάχης. Στο κρισιμότερο σημείο της μάχης αυτής και για να ενθαρρύνει τους αξιωματικούς και στρατιώτες του προηγείται φωνάζοντας «Εμπρός παιδιά μου και τους φάγαμε!». Και ακολουθούμενος από ενθουσιασθέντες στρατιώτες επιτίθεται ακάθεκτος κατά των αμυνομένων Βουλγάρων. Η απροσδόκητη και μανιώδης αυτή επίθεση των Ελλήνων κλόνισε το ηθικόν του εχθρού και ανάγκασε αυτόν να υποχωρήσει ατάκτως, αλλά ο ηρωικός Συνταγματάρχης, βαλλόμενος από εχθρικές σφαίρες στην καρδιά, πέφτει νεκρός και εισέρχεται έφιππος, όπως συνήθιζε να πορεύεται, να προελαύνει και να επιτίθεται, στην ιστορία και την αιωνιότητα. Μετά την θριαμβευτική αυτή νίκη των Ελληνικών όπλων, ο Βασιλεύς και Αρχιστράτηγος των Ελλήνων Κωνσταντίνος μόλις πληροφορήθηκε τον ηρωικό αυτόν θάνατο του Συνταγματάρχη Παπακυριαζή, μετέβη στο πεδίον της μάχης και ασπάσθηκε τον τιμημένο νεκρό, δακρύζοντας για την απώλειάν του. Σ.Σ.<Χ>: Την προτομή του ήρωα Ιωάννη Παπακυριαζή, θα βρείτε δεσπόζουσα στο μικρό πλακόστρωτο δρόμο που οδηγεί από τον ασφαλτόδρομο, στο μικρό λόφο του μνημείου της μάχης του Λαχανά.
 

ΚΕΝΑΝ ΜΕΣΑΡΕ

Ο αυτοδίδακτος ζωγράφος Κενάν Μεσσαρέ γεννήθηκε περίπου το 1889 στα Ιωάννινα και συγκεκριμένα στο σπίτι του Μουσταφά Πασά των Ιωαννίνων πατέρα της μετέπειτα συζύγου του Ραφέτ. Εκεί φιλοξενούνταν η μητέρα του το συγκεκριμένο διάστημα ευρισκόμενη σε ταξίδι και αξίζει να σημειωθεί ότι στο ίδιο σπίτι αργότερα, γεννήθηκε και η Ραφέτ καθώς και τα δυο παιδιά τους. Ο πατέρας του ο Στρατηγός Χασάν Ταχσίν Πασάς, ήταν γόνος αλβανικού σογιού από τη Μεσσαριά η οποία βρίσκεται στην Αλβανία δίπλα στο χωριό Μολυβδοσκέπαστη, δυτικά της Κόνιτσας, ενώ η μητέρα του ήταν Ελληνικής καταγωγής. Όπως είναι φυσικό το επίθετο του ταλαντούχου ζωγράφου προέρχεται από τον τόπο καταγωγής του. Στη λατινική γραφή το επίθετο γράφεται «Messare». Το δέσιμο του Κενάν με τον πατέρα του ήταν εξαιρετικά ισχυρό, καθώς από τα παιδικά του χρόνια τον συνόδευε σε όλες του τις μετακινήσεις. Ξεκίνησε τη ζωγραφική σε μικρή ηλικία ενώ ήρθε αρκετές φορές σε σύγκρουση με τις επικρατούσες αντιλήψεις της εποχής. Του άρεσε να διηγείται πως η πρώτη γελοιογραφία που σχεδίασε ως παιδί, απεικόνιζε έναν «ακραιφνή» Χότζα ο οποίος εξέφραζε την αντίθεσή του για την κλίση του στη ζωγραφική. Αργότερα, ούτε η βαθειά θρησκευόμενη μητέρα του κατάφερε να του επιβληθεί, όταν ο Κενάν δεν συμμορφώθηκε με την μουσουλμανική ποτοαπαγόρευση. Προκύπτει από διηγήσεις του ίδιου στους γιούς του, ότι η αγάπη και η ανεκτικότητα του πατέρα του ήταν τα στοιχεία που του επέτρεψαν να συνεχίσει και να αναπτύξει ανεμπόδιστα το ταλέντο του στη ζωγραφική. Στην οικογένειά του μιλούσαν και έγραφαν στα Ελληνικά, όχι τόσο λόγω της Ελληνικής καταγωγής της μητέρας του, αλλά κυρίως γιατί η διγλωσσία σε εκείνες τις περιοχές ήταν κάτι συνηθισμένο. Λόγω της κοινωνικής του υφής, σπούδασε όπως και τα άλλα μικρότερα αδέρφια του στη γνωστή σχολή «Γαλα… στην Κωνσταντινούπολη» . Εκεί διδάχθηκε υποχρεωτικά εκτός από την Τουρκική γλώσσα, αραβικά γαλλικά και περσικά. Τότε δημιουργήθηκε και η δεύτερη σχέση του με τη Γαλλική κουλτούρα, καθώς και ο κοσμοπολιτισμός του. Όταν ενηλικιώθηκε έγινε υπασπιστής του πατέρα του. Τον ακολούθησε ακόμα και όντας απόστρατος πια στρατηγός, ανακλήθηκε να αναλάβει τη διοίκηση ενός καταρρέοντος μετώπου. Από τη θέση αυτή βίωσε συνταρακτικά γεγονότα τα οποία άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στη μετέπειτα ζωή του. Με τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τα τρία εναπομείναντα αδέλφια επέλεξαν διαφορετικούς τόπους διαμονής. Ο Κενάν αποφάσισε να μείνει στην Ελλάδα και να πάρει στη συνέχεια ελληνική υπηκοότητα. Διετέλεσε επιπλέον μέλος της διεθνούς επιτροπής που οριστικοποίησε τα βαλκανικά σύνορα. Έζησε πάνω από ένα τέταρτο της ζωής του στη Θεσσαλονίκη την οποία αγάπησε, έζησε τα ωραιότερα χρόνια της ζωής του και απέκτησε τους περισσότερους φίλους του. Το 1934 παντρεύτηκε τη Ραφέτ και έκτοτε εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα. Το 1938 γεννήθηκε ο γιός τους Ίνης (υποκοριστικό του Σαχίν) και δυο χρόνια αργότερα το 1938 ο Ρεμτζή. Η οικογένειά του διέμενε στο σπίτι που ανακαινίστηκε με δική του επιμέλεια. Ακόμη και για την διακόσμηση του συνέβαλε τα μέγιστα χρησιμοποιώντας όπου ήταν δυνατό το δημιουργικό και καλλιτεχνικό του ταλέντο. Το σπίτι αυτό το οποίο βρίσκονταν στην οδό Ναπολέοντος Ζέρβα, δεν υπάρχει σήμερα. Με την Ραφέλ δεν ταιριάξαμε ιδιαίτερα καθώς ήταν διαφορετικές προσωπικότητες. Εντούτοις η κουλτούρα και των δύο ήταν κατά βάση γαλλική και μεγάλωσαν τα παιδιά τους σε κλίμα ανεξιθρησκίας ενώ τους παρείχαν το καλύτερο μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Στις δύσκολες εποχές του Πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου, ενώ κατά το παρελθόν υπήρξε «μπον βιβέρ», περιόρισε τις εξόδους και άρχισε να βγαίνει μόνο προκειμένου να ζωγραφίσει στη λίμνη (Παμβώτιδα). Την οποία ζωγράφιζε σχεδόν ακατάπαυστα. Δούλευε την ακουαρέλα και το λάδι, ενώ η θεματολογία των έργων του ήταν ευρύτατη, προσωπογραφίες νεκρές φύσεις τοπία κυνήγι θαλασσογραφίες με προσφιλές θέμα τη λίμνη των Ιωαννίνων. Τα πολεμικά θέματα και κυρίως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι αποτελούν το σημαντικό μέρος του έργο του. Από τα έργα στου πολέμου της Αλβανίας και της κατοχής βρέθηκαν πολύ λίγα. Τα πιο σημαντικά από αυτά είναι ο βομβαρδισμός των Ιωαννίνων από ιταλικά αεροπλάνα, ο βομβαρδισμός από γερμανικά στούκας, των χειρουργείων που στεγάζονταν η Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία. Οι νεκροί και τραυματίες Έλληνες φαντάροι. Κάποια από το πλήθος των αξιολόγων και μεστών από δύναμη έργων του βρίσκονται σήμερα στο μουσείο του «Εμίν Αγά», καθώς και στη Στρατιωτική Λέσχη Ιωαννίνων. Ο Κενάν διατήρησε στενούς δεσμούς με τη Θεσσαλονίκη, και την επισκέπτονταν ανελλιπώς κάθε χρόνο κατά την περίοδο της Διεθνούς Εκθέσεως, αλλά και αρκετά συχνά προκειμένου να συναντήσει τους επιστήθιους φίλους του. Η Θεσσαλονίκη ασκούσε πάνω του μεγάλη γοητεία και όταν απεβίωσε το 1965, η σωρός του μεταφέρθηκε στον εκεί οικογενειακό τάφο, σύμφωνα με την επιθυμία του». Σ.Σ.<Χ>: Αυτό είναι το μικρό βιογραφικό σημείωμα για τον Κενάν Μεσσαρέ, τον γιο του Ταχσίν Πασά, στο στρατιωτικό Μουσείο του «Εμίν Αγά» και δίπλα σε πάμπολλα έργα του… Εμείς να προσθέσουμε ακόμα ότι ο Κενάν παρευρέθηκε δίπλα στον πατέρα του, καί αποθανάτισε με το πινέλο του τις σκηνές, όταν ο πατέρας του ως στρατιωτικός διοικητής της, παρέδιδε τη Θεσσαλονίκη στον Ελληνικό στρατό και τον Αρχιστράτηγό του Διάδοχο Κωνσταντίνο, στις 26 Οκτωβρίου του 1912. Ο περίφημος πίνακάς του, που θέλει έφιππο τον διάδοχο να μπαίνει νικητής με το στρατό του στην παραλιακή λεωφόρο, κοσμεί έναν από τους τοίχους της Στρατιωτικής λέσχης Θεσσαλονίκης επί της οδού Εθνικής αμύνης. Άλλος πίνακας που εικονίζει σε μια άκρη και τον ίδιο, είναι αυτός του πατέρα του, του διαδόχου Κωνσταντίνου, και του ανωτέρου Έλληνα αξιωματικού των Βαλκανικών πολέμων και μετέπειτα Πρωθυπουργού της Ελλάδος, του Πρωθυπουργού του «ΟΧΙ», Ιωάννου Μεταξά. Ο Κενάν Μεσσαρέ, μπορεί να χαρακτηριστεί άριστα ως ο «Ζωγράφος των Πολέμων του 1912 – 13», και χωρίς αυτόν, δεν θα είχαμε σήμερα πολλά από τα αριστουργήματά στου, τα οποία πέραν της καλλιτεχνικής τους αξίας, σημαδεύουν και ανεξίτηλα, αδιάσειστα τον ρεαλισμό των γεγονότων. 
 
Μπείτε κι εδώ, να δείτε φωτογραφίες: www.haos15.blogspot.com